Γς said
Ο κυρ Κώστας ήταν πλανόδιος κουρέας.
Γύρναγε με το βαλιτσάκι του, που είχε μέσα τα
ψαλίδια, τα ξυράφια του, τις κολόνιες του, στους δρόμους του Βύρωνα για να
προλάβει να εξυπηρετήσει την αξιότιμο πελατεία του, μεταξύ των οποίων ήταν κι
ένας μπόμπιρας της προσχολικής ηλικίας. Ο Γς.
Πολίτης. Μου έκανε εντύπωση που μιλούσε
Τούρκικα. Και φανταζόμουν πως θα πήγαινε η γλώσσα του ροδάνι και στα Τούρκικα.
Όπως στα Ελληνικά.
Κουρέας ήταν. Δεν σταματούσε. Κι εγώ τον απολάμβανα.
Κουρέας ήταν. Δεν σταματούσε. Κι εγώ τον απολάμβανα.
Ελεγε ιστορίες για την Πόλη.
Ελεγε και για μια επιδημία. Μια φοβερή αρρώστια, που οι άνθρωποι πέθαιναν σαν κοτόπουλα στους δρόμους.
Ελεγε και για μια επιδημία. Μια φοβερή αρρώστια, που οι άνθρωποι πέθαιναν σαν κοτόπουλα στους δρόμους.
-Και στις γωνίες είχαν σκάψει λάκκους που
τους είχαν γεμίσει ασβέστη. Μόλις έπεφτε κάποιος [νεκρός;] τον πέταγαν αμέσως
στο λάκκο με τον ασβέστη.
Μαμά μου…
1 σχόλιο:
Τι μου θύμησες Γιάννη.Θυμάμαι τι Ιστορίες μας έλεγε.
Οταν άνοιξε Κουρείο θυμάμαι που ο πατέρας μας είπε¨
Τώρα να δείτε που θα αρχίσει να τον κυνηγά η εφορία !
Δημοσίευση σχολίου