Μπρούκλιν ΝΥ. Ξύπνησα αργά το μεσημέρι. Δεν πείναγα αλλά επειδή το τζετλαγκ αντιμετωπίζεται με ακανόνιστα γεύματα πήγα στο ψυγείο. Δεν πρόλαβα όμως.
Χτύπησε το κουδούνι. Ηταν ένα γεροντάκι, που μου είπε ότι μένει από κάτω και ότι:
- Ακουσα θόρυβο, δεν είδα και το αυτοκίνητο της Πέγκυ έξω και ανησύχησα. Μήπως είσαι ο φίλος της ο έλληνας που μου έλεγε;
Κι αρχίζει να μου μιλά σε άπταιστα ελληνικά.
Ηταν εβραίος από την Βέροια. Πήγαμε κάτω σπίτι του.
Μου σύστησε την (σε δεύτερο γάμο και οι δύο) γυναίκα του Σουλίτσα, εβραία επίσης από την Καβάλα.
Στο μπράτσο της, με μεγάλα ψηφία ο αριθμός της στο γερμανικό στρατόπεδο συγκεντρώσεως.
Ηταν οι μόνοι που είχαν επιζήσει από τις οικογένειες τους. Είχαν κάνει παιδιά και εγγόνια στην Αμερική.
– Και μιλάτε ακόμα τόσο ωραία Ελληνικά;
– Μα Ελληνες είμαστε για!
(για: εκείνο το όμορφο σαλονικιώτικο "για")
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου