Και εκεί που πίναμε τον
καφεδάκι μας με τον Ηλία στη βεράντα του μπαρ του Ξενοδοχείου Αύρα στη Ραφήνα χτυπάει το τηλέφωνο. Η
κόρη μου. Δεν απαντούσε το κινητό της
φιλενάδας-μητριάς της [της κυράς μου, δλδ].
-Που είναι;
-Στο γραφείο της.
-Μόνος είσαι;
-Όχι.
-Που είσαι;
-Σε ένα ξενοδοχείο.
-Καλά δεν ντρέπεσαι ρε;
-Με τον Ηλία είμαστε
μωρή.
-Σε μια ώρα είμαι εκεί.
Ηρθε νωρίτερα. Και πείναγε.
-Πάμε να φάμε;
Πήγαμε στο Λιμένι στην
πλατεία.
Και να το κοριτσάκι του
ιδιοκτήτη με ένα καρότο στο χέρι περνάει μπροστά μας και βγαίνει απ το μαγαζί.
-Πάει να ταΐσει το
λαγουδάκι της.
Κι όταν η μαμά της έπαιρνε
παραγγελία, της λέει:
-Στο κουνελάκι της πήγε
το καρότο η κορούλα σας;.
-Όχι, στο εστιατόριο
δίπλα, που μας το ζήτησαν.
Και γύρισε σε μένα για
να γράψει τι θα μου φέρει.
Την κοιτάζω, σκέφτομαι
και της λέω σοβαρά σοβαρά:
-Καλά, πήγε το καρότο
χωρίς δελτίο αποστολής;
1 σχόλιο:
Προσεχε, ακουνε για καροτο και μαστιγιο ξενων μερικοι και αλλου παει το μυαλο τους.
H.
Δημοσίευση σχολίου