>Σα 11 Γενέσιον Νικολάου
Καββαδία του μαρκονιστή.
Πέθανε το 1975 στην Αθήνα και παρόλο
που δεν το ήθελε, είχε μια κηδεία σαν των
πολλών ανθρώπων τις κηδείες
θα μείνω πάντα ιδανικός κι ανάξιος εραστής
των μακρυσμένων ταξιδιών και των γαλάζιων πόντων,
και θα πεθάνω μια βραδιά σαν όλες τις βραδιές,
χωρίς να σχίσω τη θολή γραμμή των οριζόντων.
Συμμετέχει στην αντίσταση κατά τη διάρκεια της Κατοχής, ενώ στην περίοδο
του Εμφυλίου, από το 1945 έως το 1946 τίθεται επικεφαλής του ΕΑΜ Λογοτεχνών –
Ποιητών. Θέση όμως που θα εγκαταλείψει για να ξαναγυρίσει εκεί που νιώθει
ελεύθερος, στα καράβια.
Κάποτε όμως ξαναγύρισε. Και (νομίζω ότι) τον είδα σε ένα φιλιστρίνι του
χρόνου που άνοιξε ξαφνικά μπροστά μας. Πάνω σ ένα σιδερένιο αεροδρόμιο στον
Πειραιά:
1959 και πήγε η ομάδα μας (των προσκόπων) να δούμε το Φόρεσταλ στο Φάληρο.
Μας έβαλαν σε κάτι μεγάλες λάντζες, βενζινάκατους και πλησιάμε το μεγάλο μαύρο τέρας.
Ανεβήκαμε και πάθαμε τη πλάκα μας. 3000 ναύτες, δεν ξέρω πόσα πατώματα και
πόσα γιγάντια ασανσέρ που ανεβοκατέβαζαν αεροπλάνα στο κατάστρωμα. Μας ανέβασαν
κι εκεί. Ένα σωστό αεροδρόμιο.
Μας είχανε κι ένα πρόχειρο μπουφέ και μας σερβίρισαν τα ναυτάκια σάντουιτς, σοφτ ντρινκς, γάλα, κούκιζ και άλλες λιχουδιές.
Είχαμε ζαλιστεί από αυτά που βλέπαμε. Παρακολουθούσαμε την ξενάγηση στα
έγκατα του πλοίου όταν ξαφνικά σ ένα διάδρομο άνοιξε ένα φιλιστρίνι και κάποιος
έλληνας, επισκέπτης κι αυτός, μας λέει ήρεμα (για να μην τον υποπτευθούν τα τζονάκια) να προσέχουμε
και να μην εντυπωσιαζόμαστε από δαύτους.
Είμαστε έλληνες πατριώτες κλπ.
Πρέπει να ήταν ναυτικός. Μπορεί και μαρκόνης.
Γς είπε
2 Ιανουαρίου, 2014 στις 15:36