Κι ήταν και το ψαλίδι της
γιαγιάς του Αποστόλη.
6χρονα ήμασταν και
περιμέναμε με τα ρουχαλάκια μας μέσα στο χαρτοκούτι «Γάλα Νουνού» να περάσει το
αυτοκίνητο για να μας πάει στην κατασκήνωση στην Πεντέλη. Ένα ανατρεπόμενο φορτηγό ήταν που
μάζευε τα σκουπίδια στο Δήμο Βύρωνος, λόγω τιμής.
Και της έρχεται μια
φλασιά της γιαγιάς του Αποστόλη να του πάρει με το ψαλίδι λίγο τα μαλλιά του.
Και να λίγο απ τα αριστερά κι ο παππούς να της βουτάει το ψαλίδι να προσπαθεί να φέρει στα ίσια την δεξιά πάντα. Φαίνεται όμως ότι το παράκανε, οπότε ξαναβουτάει το ψαλίδι η γιαγιά για να το ισιώσει από τα αριστερά.
Μέχρι που σε κάποια στιγμή πιάσαμε πάτο. Φάνηκε το δέρμα της κεφαλής σε μια ψαλιδιά.
Και να λίγο απ τα αριστερά κι ο παππούς να της βουτάει το ψαλίδι να προσπαθεί να φέρει στα ίσια την δεξιά πάντα. Φαίνεται όμως ότι το παράκανε, οπότε ξαναβουτάει το ψαλίδι η γιαγιά για να το ισιώσει από τα αριστερά.
Μέχρι που σε κάποια στιγμή πιάσαμε πάτο. Φάνηκε το δέρμα της κεφαλής σε μια ψαλιδιά.
-Και τώρα τι κάνουμε;
-Να του τα πάρουμε γουλί!
-Να του τα πάρουμε γουλί!
[Κούρεμα με την ψιλή, Σύρριζα]
Γουλί όμως με το ψαλίδι ήταν μια κουβέντα.
Γουλί όμως με το ψαλίδι ήταν μια κουβέντα.
Τον έκαναν τόσο παρδαλό που μια λύση απέμενε.
-Φέρε τα ξυριστικά σου.
Και να του βάζουν
σαπουνάδα. Και να ξυραφιές και να κοψίματα και να μπαμπάκια, μπλε οινόπνευμα.
Και να τσιρίζει ο
Αποστόλης.
Και θυμάμαι τη νοσοκόμα
της κατασκήνωσης να τον γεμίζει τσιρότα, άμα τη εισαγωγή μας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου