Καλότυχος
κει πάνω στο Κάστρο με πιάτο τη Χαλκίδα.
«Ωρα καλή στου απείρου την καρδιά
γλάρε μου βραδινέ που φεύγεις – πλοίο,
μετά από σένα η νύχτα, η σιγαλιά,
η κάμαρά μου, ένα φωσάκι, ένα βιβλίο.
Πηγαίνεις σύ….. Εγώ εκπεσμένο αλαργινό
αδέρφι σου νοσταλγικό εδώ μένω
ένα βιβλίο, ένα φωσάκι – και πονώ –
μια καμαρούλα – αδέρφι μου υψωμένο»
γλάρε μου βραδινέ που φεύγεις – πλοίο,
μετά από σένα η νύχτα, η σιγαλιά,
η κάμαρά μου, ένα φωσάκι, ένα βιβλίο.
Πηγαίνεις σύ….. Εγώ εκπεσμένο αλαργινό
αδέρφι σου νοσταλγικό εδώ μένω
ένα βιβλίο, ένα φωσάκι – και πονώ –
μια καμαρούλα – αδέρφι μου υψωμένο»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου