Πάλι
πίσω, πενήντα χρόνια (καί).
Δευτέρα
πρωί. Είχαμε Προβολική Γεωμετρία με τον Μαυρίκιο Μπρίκα, σε μια αίθουσα του
Πανεπιστημίου που ήταν στο κτίριο της Νομικής στη μεριά της οδού
Μασσαλίας, στο τμήμα της που σήμερα είναι πεζόδρομος. Νομίζω ότι έχει
κατεδαφιστεί κι αυτή η αίθουσα μαζί με άλλα κτίσματα που είχαν κατά καιρούς
προστεθεί στο κυρίως κτίριο. Ένα από αυτά ήταν και το Νεκροτομείο.
Μόλις
είχα φτάσει και πέφτω πάνω στην κυρα Μαρία τη γειτόνισσα μου.
-Καλημέρα
Γιάννη.
-Καλημέρα.
Τι κάνεις εσύ εδώ πρωί πρωί;
-Ηρθα
για τη Φανή.
-Τη Φανή;
Πούντη; Τι θέλει εδώ;
Και
με πάει στην άκρη του προαύλιου σε ένα παράθυρο του Νεκροτομείου.
Ηταν
η Φανή. Γυμνή πάνω στο μάρμαρο.
Είχε
γίνει το μεσημέρι της Κυριακής. Δεν το είχα μάθει, μιας και που την είχα
κοπανίσει απ τη γειτονιά και έμενα μόνος μου αλλού μακριά από τους γέρους μου.
Δεν το είχαν πάρει κι οι εφημερίδες, που δεν έβγαιναν άλλωστε Δευτεριάτικα. Οι
απογευματινές όμως το είχαν:
“Νεαρή
φοιτήτρια νεκρή από τυχαία εκπυρσοκρότηση όπλου του πατρός της”
Ο
πατέρας της ήταν αξιωματικός. Και όταν έγινε το κακό ήταν μπροστά και ένας
άλλος αξιωματικός, συνάδελφος του μπαμπά, που “θα παντρευόταν” τη Φανή. Κι
απάνω που μιλούσαν για το προξενιό είπε ο επίδοξος γαμπρός:
-Είχες
ένα ωραίο πιστόλι, δεν το φέρνεις να το δούμε;
Και
το έφερε ο μπαμπάς και είχε ξεχάσει ότι υπήρχε μέσα μια σφαίρα. Κι όπως το
πασπάτευε η σφαίρα έφυγε και βρήκε τη Φανή στη καρδιά.
Αυτά
έγραφαν οι εφημερίδες.
Η
Φανή ήταν πρωτοετής στην Πάντειο. Και είχε και φίλο, συμφοιτητή της. Και ξέρετε πως ήταν εκείνη την εποχή να έχεις
φίλο και πατέρα μανιάτη.
Ναι, ο
μπαμπάς ήταν απ τη Μάνη. Αυτό δεν το έγραφαν οι εφημερίδες. Αλλά δεν χρειαζόταν.
Ηταν σε –άκος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου