Μοναστηράκι και πέφτω πάνω στο φίλο μου το Νίκο. Το Νίκο Κοεμτζή. Το
γνωστό φονιά με την καλή καρδιά.
-Πάμε για καμιά μπύρα;
Και πάω να βγάλω κάνα φράγκο απ το ΑΤΜ της Αλφα μπάνκ,
που φαίνεται πίσω μας στη φωτό, καθ ότι τα είχα δώσει όλα στα παλαιοπωλεία στο
γιουσουρούμ για κάτι βιβλία.
Και να ένας τύπος που βρήκε την ώρα να κάνει μπάνκιν με τις
κάρτες του. Κάνει με το πάσο του ανάληψη και μετά ξαναβάζει την κάρτα του και
ξανατυπώνει το υπόλοιπο του λογαριασμού του. Αλλάζει κάρτα και δίνει το πιν για να
συνεχίσει.
-Τι θα γίνει κύριος;
-Θα τον δείρω. Μου
λέει ο Νίκος.
Κι αυτός σαν να μην συμβαίνει τίποτα συνεχίζει και το
μόνο που τον απασχολεί είναι μην του δούμε το πιν έτσι που είχαμε πλησιάσει
κοντά του.
Και σε μια στιγμή σταματάει:
-Ορίστε ρε! Και σχεδόν με διατάζει να χρησιμοποιήσω το
ΑΤΜ για να του αδειάσω τη γωνιά.
Πράγματι σε μηδεν χρόνο κάνω την αναληψούλα μου και
παίρνω την απόδειξή μου ενώ αυτός καταλάμβανε πάλι το ΑΤΜ.
Μου ‘ρθε να του πετάξω κάνα γαλλικό, να τον βρίσω που με
είχε τσαντίσει, αλλά προτίμησα να του τη βγω αλλιώς:
-Α, στοπ! Μην βάζεις
τη κάρτα σου. Είναι χαλασμένο το μηχάνημα.
-Τι λες, ρε; Αφού τώρα μόλις σου έδωσε λεφτά.
-Ναι αλλά κοίταξε εδώ . Και του δείχνω την απόδειξή μου.
-Τα κράτησε από τον λογαριασμό μου!
-Από πού ήθελες να τα κρατήσει;
Κάνω τον εντελώς χαζό κι αρχίζει να μου εξηγεί το …
τραπεζικό σύστημα.
-Ετσι γίνεται. Βάζουμε εμείς τα λεφτά κτλ κτλ.
Τον άκουγα με προσοχή.
-Α, ναι; Στην αρχή. Μετά:
-Ετσι γίνεται;
Κι με όλο και πιο δυνατή φωνή μετά:
-Τι λές;
-Είσαι σίγουρος, ρε;
-Τι είναι αυτά που μας λές;
-Αντε πάγαινε από δώ, ρε!
-Ασχετε. Ε, άσχετε!
Ο κόσμος είχε σταματήσει και μας κοίταγε.
Δηλαδή αυτόν κοίταζε γιατί εγώ κι ο Νίκος απομακρυνθήκαμε
γελώντας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου